αποστάφυλα

αποστάφυλα
τα виноградины, оставшиеся на ветках после сбора

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "αποστάφυλα" в других словарях:

  • αποστάφυλα — τα τα σταφύλια που μένουν πάνω στα κλήματα μετά τον τρύγο, τα αποτρυγίδια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αποστάφυλο — το συνήθ. στον πληθ. τα αποστάφυλα τα σταφύλια που απομένουν στα κλήματα μετά τον τρύγο …   Dictionary of Greek

  • επιφυλλίδα — Αυτοτελές άρθρο που δημοσιεύεται στο κάτω μέρος εφημερίδας και χωρίζεται από την υπόλοιπη ύλη με οριζόντια γραμμή. Την ε. εγκαινίασε η γαλλική Εφημερίδα των Συζητήσεων, στα χρόνια της υπατείας του Ναπολέοντα. Το 1842, η ίδια εφημερίδα δημοσίευσε… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»